Aλλη μια κριτική του νέου μου βιβλίου από την Ιουστίνη Φραγκούλη. Ιουστίνη μου δεν έχω λόγια, σε ευχαριστώ πολύ και σου εύχομαι τα καλύτερα!
"Τη γνώρισα πριν απο τρία χρόνια στο πρώτο παζάρι βιβλίου στη Διονυσίου Αεροπαγείτου, όπου είχε αναλάβει τις δημόσιες σχέσεις των εκδοτών, οργανώνοντας μια σειρά εκδηλώσεων, που πραγματικά τόνωσαν το ενδιαφέρον για το παζάρι, τα βιβλία και τους ίδιους τους συγγραφείς.
Μου άρεσε ο σεμνός της τρόπος και η ευγενική της φύση. Την είχα ήδη ξεχωρίσει για τις εκπληκτικές μεταφράσεις της πάνω στα βιβλία του Αιγύπτιου νομπελίστα Ναγκίμπ Μαχφούζ. Συχνά μπαίνοντας στο διαδίκτυο έπεφτα πάνω στο μυθιστόρημά της «Πέρα απο το Νείλο», το οποίο δεν είχα την ευκαιρία να διαβάσω.
Ωστόσο, φέτος στην έκθεση του ΕΚΕΒΙ στη Θεσσαλονίκη , η κοινή μας αγαπημένη φίλη Ελένη Γκίκα, μάς έφερε πιο κοντά. Κι απο τα χέρια της σεμνής Πέρσας πήρα το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο «Καφέ Κλεμέντε», το οποίο περιέφερα στις διακοπές μου, απο τη Λευκάδα, μέχρι τη Ρόδο ανοίγοντας πού και πού κάποιες σελίδες. Αυτές οι πλανεύτρες περιπλανήσεις κατέφαγαν το χρόνο χωρίς αντίκρυσμα.
Κι έτσι στο σκιερό περιβάλλον της πόλης μου κατόρθωσα να ολοκληρώσω το μυθιστόρημα της Πέρσας Κουμούτση, που κινείται πάνω στον άξονα Παρίσι-Αλεξάνδρεια την εποχή προ του πολέμου αλλά και κατα τη διάρκειά του με πρωταγωνίστρια μια Αλεξανδρινή θεατρίνα , την Ελισάβετ.
Η Πέρσα Κουμούτση με την πέννα της μεταφέρει εικόνες απο την Αλεξάνδρεια της μνήμης αλλά και απο το Παρίσι του πολέμου με πειστικότητα πασπαλίζοντας την ιστορία με το ιδιότυπο προσωπικό αποτύπωμα της θεατρίνας Ελισάβετ.
Πρέπει να πώ ότι η Ελισάβετ, γυναίκα δοσμένη με πάθος στο θέατρο ή μάλλον παραδομένη στο υπερεγώ της, μου θυμίζει εν πολλοίς ηρωίδες του Ντάρελ απο το « Αλεξανδρινό Κουαρτέτο», αφού η ζωή στρέφεται γύρω απο την ομορφιά και την καριέρα της. Αλλωστε, ο ακαδημαϊκός σύζυγός της ο Αλέξανδρος, θαυμαστής αυτού του υπερεγώ της γυναίκας, το τρέφει και το στηρίζει χωρίς ενδοιασμούς, βυθιζόμενος ολοένα στην αυταπάρνηση και την αυτοταπείνωση.
Ο Αλέξανδρος ζεί υπο το φώς της συζύγου του, την οποία επιλέγει εξαιτίας αυτού του υπερεγώ της. Κι αυτή την αναπόδραστη ματαιοδοξία της επιδιώκει να υπηρετήσει με κάθε τρόπο, ατυχώς και ανεπιτυχώς.. Αλλωστε έτσι ήταν μαθημένος καθώς μεγάλωσε κι έζησε υπο τη σκιά του αδελφού του Επαμεινώνδα , που τώρα συνεργάζεται με τους Γερμανούς ζώντας και προοδεύοντας στη χώρα του Γ Ράιχ.
Οι διάλογοι των δύο αδερφιών για την εξάπλωση του φασισμού δείχνουν τον εκ διαμέτρου αντίθετο χαρακτήρα τους αλλά και την απόλυτα ασύμβατη στάση τους απέναντι στη ζωή.Ο ένας είναι αδίστακτος, ο άλλος ονειροπόλος.
Και η Ελισάβετ ατάραχη για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ανίκανη να αισθανθεί το παραμικρό για τον άνδρα της-ούτε καν την ελάχιστη ευγνωμοσύνη για την άδολη αγάπη του- ξεχύνεται σ’ έναν αγώνα δρόμου να κατακτήσει τη θεατρική σκηνή του Παρισιού με όποιο κόστος, αφαιρώντας απο τη συνείδησή της το υπαρκτό τοπίο του πολέμου στην ίδια της την πόλη.
Ακόμη και ο έρωτας για τον συμπρωταγωνιστή της Πιέρ έχει κάτι απο πάθος δεμένο με σκοπιμότητα, καθώς εκείνος με ελληνογαλλική καταγωγή,σύμφωνα με τα πλάνα της Ελισάβετ θα μπορέσει να την αναδείξει ως συμπρωταγωνίστριά του στη γαλλική πρωτεύουσα. Ωστόσο, η αναίδεια και επιπολαιότητά του, ίδια κι απαράλλαχτα στοιχεία με εκείνα του δικού της χαρακτήρα, την απογοητεύουν και την κάνουν να συνειδητοποιήσει τη δική της στάση απέναντι στο σύζυγό της.
Στο μεταξύ, ο Αλέξανδρος χάνεται και χάνει τα λογικά του παίρνοντας προσωπικά όλη αυτή την ταπείνωση του Χίτλερ, που πατούσε ανελέητα τη μπότα του στην Ευρώπη σαρώνοντας ιδεολογίες και ουμανισμό. Ταυτόχρονα πτοείται, που αντί να γίνει ο στύλος του υπερεγώ της γυναίκας του , την απογοητεύει με την απραξία του , με την ανικανότητά του να την ανεβάσει στο σανίδι των χειροκροτημάτων, εκεί στο Παρίσι των ευκαιριών.
Ο Αλέξανδρος γίνεται αναχωρητής της ζωής γιατί δεν την αντέχει. Και η Ελισάβετ δέσμια του ακυρωμένου της εγώ, αποβαίνει παρατηρήτρια των γεγονότων, στα οποία επέλεξε να παίξει την κομπάρσα. Κι ας συνεχίζει μεταπολεμικά να θριαμβεύει στο θέατρο, όπως είχε επιλέξει.
Το μυθιστόρημα με πολλές και δυνατές περιγραφές απο την Αλεξάνδρεια του Μεσοπολέμου, με όμορφες αναφορές στο Παρίσι του Πολέμου, επιχειρεί να μεταφέρει το διάλογο των πρωταγωνιστών με το ίδιο τους το εγώ. Ωστόσο τούτος ο διάλογος φαίνεται να γίνεται άτονος και αγόνιμος καθώς η μοίρα τους τελικά διαγράφεται απο τις επιφανειακές συνθήκες κι όχι απο την εσωτερική τους πάλη.
Ενα όμορφο ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα, που δίνει υλικό για βαθύτερες και δυσκολότερες σκέψεις."
Μου άρεσε ο σεμνός της τρόπος και η ευγενική της φύση. Την είχα ήδη ξεχωρίσει για τις εκπληκτικές μεταφράσεις της πάνω στα βιβλία του Αιγύπτιου νομπελίστα Ναγκίμπ Μαχφούζ. Συχνά μπαίνοντας στο διαδίκτυο έπεφτα πάνω στο μυθιστόρημά της «Πέρα απο το Νείλο», το οποίο δεν είχα την ευκαιρία να διαβάσω.
Ωστόσο, φέτος στην έκθεση του ΕΚΕΒΙ στη Θεσσαλονίκη , η κοινή μας αγαπημένη φίλη Ελένη Γκίκα, μάς έφερε πιο κοντά. Κι απο τα χέρια της σεμνής Πέρσας πήρα το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο «Καφέ Κλεμέντε», το οποίο περιέφερα στις διακοπές μου, απο τη Λευκάδα, μέχρι τη Ρόδο ανοίγοντας πού και πού κάποιες σελίδες. Αυτές οι πλανεύτρες περιπλανήσεις κατέφαγαν το χρόνο χωρίς αντίκρυσμα.
Κι έτσι στο σκιερό περιβάλλον της πόλης μου κατόρθωσα να ολοκληρώσω το μυθιστόρημα της Πέρσας Κουμούτση, που κινείται πάνω στον άξονα Παρίσι-Αλεξάνδρεια την εποχή προ του πολέμου αλλά και κατα τη διάρκειά του με πρωταγωνίστρια μια Αλεξανδρινή θεατρίνα , την Ελισάβετ.
Η Πέρσα Κουμούτση με την πέννα της μεταφέρει εικόνες απο την Αλεξάνδρεια της μνήμης αλλά και απο το Παρίσι του πολέμου με πειστικότητα πασπαλίζοντας την ιστορία με το ιδιότυπο προσωπικό αποτύπωμα της θεατρίνας Ελισάβετ.
Πρέπει να πώ ότι η Ελισάβετ, γυναίκα δοσμένη με πάθος στο θέατρο ή μάλλον παραδομένη στο υπερεγώ της, μου θυμίζει εν πολλοίς ηρωίδες του Ντάρελ απο το « Αλεξανδρινό Κουαρτέτο», αφού η ζωή στρέφεται γύρω απο την ομορφιά και την καριέρα της. Αλλωστε, ο ακαδημαϊκός σύζυγός της ο Αλέξανδρος, θαυμαστής αυτού του υπερεγώ της γυναίκας, το τρέφει και το στηρίζει χωρίς ενδοιασμούς, βυθιζόμενος ολοένα στην αυταπάρνηση και την αυτοταπείνωση.
Ο Αλέξανδρος ζεί υπο το φώς της συζύγου του, την οποία επιλέγει εξαιτίας αυτού του υπερεγώ της. Κι αυτή την αναπόδραστη ματαιοδοξία της επιδιώκει να υπηρετήσει με κάθε τρόπο, ατυχώς και ανεπιτυχώς.. Αλλωστε έτσι ήταν μαθημένος καθώς μεγάλωσε κι έζησε υπο τη σκιά του αδελφού του Επαμεινώνδα , που τώρα συνεργάζεται με τους Γερμανούς ζώντας και προοδεύοντας στη χώρα του Γ Ράιχ.
Οι διάλογοι των δύο αδερφιών για την εξάπλωση του φασισμού δείχνουν τον εκ διαμέτρου αντίθετο χαρακτήρα τους αλλά και την απόλυτα ασύμβατη στάση τους απέναντι στη ζωή.Ο ένας είναι αδίστακτος, ο άλλος ονειροπόλος.
Και η Ελισάβετ ατάραχη για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, ανίκανη να αισθανθεί το παραμικρό για τον άνδρα της-ούτε καν την ελάχιστη ευγνωμοσύνη για την άδολη αγάπη του- ξεχύνεται σ’ έναν αγώνα δρόμου να κατακτήσει τη θεατρική σκηνή του Παρισιού με όποιο κόστος, αφαιρώντας απο τη συνείδησή της το υπαρκτό τοπίο του πολέμου στην ίδια της την πόλη.
Ακόμη και ο έρωτας για τον συμπρωταγωνιστή της Πιέρ έχει κάτι απο πάθος δεμένο με σκοπιμότητα, καθώς εκείνος με ελληνογαλλική καταγωγή,σύμφωνα με τα πλάνα της Ελισάβετ θα μπορέσει να την αναδείξει ως συμπρωταγωνίστριά του στη γαλλική πρωτεύουσα. Ωστόσο, η αναίδεια και επιπολαιότητά του, ίδια κι απαράλλαχτα στοιχεία με εκείνα του δικού της χαρακτήρα, την απογοητεύουν και την κάνουν να συνειδητοποιήσει τη δική της στάση απέναντι στο σύζυγό της.
Στο μεταξύ, ο Αλέξανδρος χάνεται και χάνει τα λογικά του παίρνοντας προσωπικά όλη αυτή την ταπείνωση του Χίτλερ, που πατούσε ανελέητα τη μπότα του στην Ευρώπη σαρώνοντας ιδεολογίες και ουμανισμό. Ταυτόχρονα πτοείται, που αντί να γίνει ο στύλος του υπερεγώ της γυναίκας του , την απογοητεύει με την απραξία του , με την ανικανότητά του να την ανεβάσει στο σανίδι των χειροκροτημάτων, εκεί στο Παρίσι των ευκαιριών.
Ο Αλέξανδρος γίνεται αναχωρητής της ζωής γιατί δεν την αντέχει. Και η Ελισάβετ δέσμια του ακυρωμένου της εγώ, αποβαίνει παρατηρήτρια των γεγονότων, στα οποία επέλεξε να παίξει την κομπάρσα. Κι ας συνεχίζει μεταπολεμικά να θριαμβεύει στο θέατρο, όπως είχε επιλέξει.
Το μυθιστόρημα με πολλές και δυνατές περιγραφές απο την Αλεξάνδρεια του Μεσοπολέμου, με όμορφες αναφορές στο Παρίσι του Πολέμου, επιχειρεί να μεταφέρει το διάλογο των πρωταγωνιστών με το ίδιο τους το εγώ. Ωστόσο τούτος ο διάλογος φαίνεται να γίνεται άτονος και αγόνιμος καθώς η μοίρα τους τελικά διαγράφεται απο τις επιφανειακές συνθήκες κι όχι απο την εσωτερική τους πάλη.
Ενα όμορφο ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα, που δίνει υλικό για βαθύτερες και δυσκολότερες σκέψεις."