Με αφορμή τη μετάφραση του μυθιστορήματος μου "Δυτικά του Νείλου" στα αραβικά αναδημοσιεύω την ανάρτηση του κυρίου Λαγκαδινού στο Κρητικόχρωμα που ανακάλυψα σχετικά πρόσφατα και τον ευχαριστώ θερμά
Το Δυτικά του Νείλου της Πέρσας Κουμούτση μόλις μετάφραστηκε στα αραβικά και αναμένεται να κυκλοφορήσει στην Αίγυπτο την Άνοιξη του 2012
Η εξ Αιγύπτου διείσδυση
Το βιβλίο της Πέρσας Κουμούτση «Δυτικά του Νείλου» ήρθε έκτο στη μεγάλη ψηφοφορία του μπλόγκ για το 2006. Η Κουμούτση, σεμνή και εκτός της παρεϊστικης νοοτροπίας (παρότι κατέχει νευραλγική θέση στον κόσμο των εκδοτών) είδε το βιβλίο της να γίνεται αντικείμενο ελαφρών παρουσιάσεων και λιγότερο ενδελεχών κριτικών.
Ισως να φταίει το γεγονός πως πρόκειται για μια μυθιστορηματική πλοκή με δυνατά περιγραφικά στοιχεία, ίσως ο ρομαντισμός που διαπνέει το γραπτό της, ίσως πάλι η έλλειψη ακραίων προσωπικών συγρκούσεων να τοποθέτησε το βιβλίο στις παρυφές της σπουδαιοφανούς κριτικής .
Πάντως, πρόκειται για ένα βιβλίο ευχάριστο με μαγικές εικόνες ,που διαβάζεται κυριολεκτικά απνευστί. Ακολουθεί η κριτική του Αλέξη Ζήρα!
Πέρσα Κουμούτση,Δυτικά του Νείλου.Ψυχογιός 2006 , σ.277
Τ
Αλέξης Ζήρας, ένθετο «Αναγνώσεις», εφημερίδα ΑΥΓΗ.
Θα ήθελα εισαγωγικά να κάνω μια επισήμανση που νομίζω ότι έχει τη σημασία της όταν ιδίως αναφερόμαστε σε νέους συγγραφείς ,όπως η Πέρσα Κουμούτση, που προέρχονται από τον παροικιακό ελληνισμό και που με το έργο τους ανασυνθέτουν εικόνες,ανθρώπινους χαρακτήρες και καταστάσεις από τις χώρες και τις πόλεις καταγωγής τους.Οι μυθοπλασίες αυτές από τη μια πλευρά μπορώ να πω ότι δημιουργούν ένα αίσθημα οικειότητας στον σημερινό αναγνώστη, επειδή ακριβώς είναι συνδεδεμένες με σημεία-τομές του συλλογικού μας φανταστικού και της εθνικής ιστορίας ,όπως για παράδειγμα η Λωξάντρα της Μαρίας Ιωαννίδου,τα Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου ή η τριλογία των Ακυβέρνητων Πολιτειών του Στρατή Τσίρκα.Από την άλλη πλευρά τα ίδια αυτά βιβλία,και ένας σημαντικός αριθμός άλλων που έχουν ενσωματωθεί στον κύκλο των σύγχρονων γραμμάτων μας,διαφέρουν, γιατί κατά τεκμήριο βασίζονται σε λογοτεχνικές ανασκευές εποχών ,ηθών ,τόπων και γεγονότων που έχουν προσλάβει στο φανταστικό μας μυθικές ή και εξωτικές διαστάσεις :η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη των αρχών του αιώνα,η Αλεξάνδρεια και η Αίγυπτος της δεκαετίας του ‘ 40 και του ’50.
Η επισήμανση όμως που κυρίως με ενδιαφέρει να κάνω και που έχει ιδιαίτερη σημασία για το Δυτικά του Νείλου,όπως και για μια σειρά διηγημάτων και μυθιστορημάτων που γράφτηκαν ειδικά από έλληνες συγγραφείς που αναπαριστάνουν τόπους και κοινωνίες της Ανατολής,αναφέρεται στο είδος των σχέσεων που ανέπτυξαν κατά καιρούς οι “πάροικοι” με τους τοπικούς πληθυσμούς.Και,κατά προέκταση,στο κατά πόσο και με ποιόν τρόπο οι σχέσεις αυτές πέρασαν στη λογοτεχνία που δημιουργήθηκε, από ελλαδίτες και κυπρίους πεζογράφους ,εγκατεστημένους στην Πόλη, στην Σμύρνη ή στην Αίγυπτο στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Για παράδειγμα,δεν είναι χωρίς σημασία το φαινόμενο ότι ορισμένοι σημαντικοί συγγραφείς του έξω ελληνισμού, όπως η πολίτισσα,εξαιρετική διηγηματογράφος, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου ή ένας μεγάλος αριθμός αλεξανδρινών πεζογράφων,έγραφαν ως τος 1925-1930 ερήμην του κοινωνικού χώρου στον οποίο ζούσαν.Σε αντίθεση δηλαδή με το Δυτικά του Νείλου ,ένα μυθιστόρημα που είναι κατ’ εξοχήν επικεντρωμένο στη σύγχρονη Αίγυπτο –ειδικότερα, στις νοοτροπίες και στις αντιθέσεις που χαρακτήριζαν συνολικά την κοινωνία του Καίρου μετά τον πόλεμο- οι ελληνικής καταγωγής λογοτέχνες των πρώτων δεκαετιών του 20ού αι. έμοιαζαν σε πολλές περιπτώσεις να περιγράφουν έναν κόσμο αφύσικα εθνοκεντρικό ,προφυλαγμένο τεχνητά από το αραβικό περιβάλλον. Μπορεί το γηγενές στοιχείο να είχε περάσει πρωιμότερα στο έργο του Καβάφη, κυρίως στα ερωτικά του ποιήματα,στην πεζογραφία όμως εμφανίστηκε ακόμα πιο διστακτικά και αργοπορημένα.Προηγείται χρονικά ο διηγηματογράφος Κώστας Τσαγκαράδας και έπονται οι κυπριακής καταγωγής Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης και Νίκος Νικολαίδης,ο Στρατής Τσίρκας,η Ελένη Βοίσκου ,ο Σωτήρης Ιορδάνου και άλλοι.
Ως εσχατο σημείο σ’ αυτήν τη σειρά των πεζογράφων που ενσωμάτωσαν τον σφυγμό της σύγχρονης Αιγύπτου στα έργα τους,βλέπω και το μυθιστόρημα της Πέρσας Κουμούτση, τηρουμένων προφανώς των αναλογιών και των μεγεθών. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε ότι κοινό στοιχείο στα έργα όσων αναφέραμε προηγουμένως είναι η πολιτικά ευνοϊκή τους στήριξη ως προς την αραβική υπόθεση, το στοιχείο αυτό επαναλαμβάνεται και στο Δυτικά του Νείλου.Είναι ένα καθαρά πολιτικό βιβλίο.Γιατί,αν και παρουσιάζει την Αλεξάνδρα,τη νεαρή αιγυπτιώτισσα ,να αντιπροσωπεύει μια καινούργια γενιά που είναι έτοιμη να αποδεχθεί τους άραβες ως άλλους ίσους,κατανοώντας τη διαφορετικότητά τους,στο μεγαλύτερο μέρος τους οι υπόλοιποι έλληνες εμφανίζονται ως ένας αλλοεθνής ,αβέβαιος κόσμος.Παρ’ ότι ορισμένες οικογένειες βρίσκονταν εκεί επί πολλές δεκαετίες,μοιάζουν ριζωμένες αμετακίνητα στην έπαρση του “ένδοξου” παρελθόντος και η θέση τους στην Αίγυπτο όπως και η συνύπαρξή τους με τους άραβες φαίνεται να εξαρτώνται προπάντων από την παρωχημένη ιδεολογία του επιχειρηματικού laissez faire και το περιθώριο του εμπορικού κέρδους.`Ολα αυτά μας δείχνουν ότι η συγγραφέας απέφυγε να περιορίσει τον άξονα της μυθοπλασίας της στην περιγραφή της άνθησης και του μαρασμού της ερωτικής σχέσης ανάμεσα σε έναν άραβα και μια ελληνίδα.
Τυπικά αυτή διατρέχει το βιβλίο και ως ένα βαθμό είναι η κινητήρια πρόφασή του.Στο βάθος όμως την σχέση του άραβα αξιωματικού,`Αντελ ελ Ντιν,μαθητή και συνεργάτη του Νάσερ,με την νεαρή αιγυπτιώτισσα Αλεξάνδρα,την συνοδεύουν ,την εντείνουν αλλά και την φθείρουν ανεπανόρθωτα,οι κοινωνικές αντιθέσεις, οι νοοτροπίες και οι ιστορικές συγκυρίες.Είμαστε στο 1952,η διεθνής κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο υποδαυλίζει την άνοδο του αραβικού εθνικισμού,η ελληνική παροικία είναι ήδη σε φάση παρακμής.Κοντά στις δυσκολίες αυτής της σχέσης μπορούμε να αντιληφθούμε και τα ανυπέρβλητα εμπόδια που δημιουργούνται από ριζωμένες προκαταλήψεις, στο συνειδητό και στο ασυνείδητο των ανθρώπων,γηγενών και παροίκων.Διαφορετικές αντιλήψεις, ασύμπτωτα ήθη,αλλαζονικές εμμονές και θρησκευτικές μισαλλοδοξίες καθορίζουν το βάθος της σκηνής όπου εκτυλίσσεται το ερωτικό δράμα.Και προοιωνίζονται κατά κάποιο τρόπο το χάσμα Δύσης και αράβων · την ανάδυση και την κυριαρχία του νέου,επιθετικού Ισλάμ.Γι’ αυτούς τους λόγους καλό είναι να επαναλάβω εδώ με έμφαση ότι το μυθιστόρημα της Κουμούτση δεν είναι ένα γλυκερό ρομάντζο για πληγωμένες καρδιές.Οι προσωπικές περιπέτειες και οι συναισθηματικές δοκιμασίες συμπλέκονται με τους γενικότερους όρους ζωής και τις κοινωνικές συνθήκες ενός κόσμου που ζει στο μεταίχμιο κάποιων αλλαγών.
`Ενα μεταίχμιο που το διακρίναμε άλλωστε και στα προηγούμενα βιβλία της. Στην Αλεξάνδρεια,στο δρόμο των ξένων (2003),μια σύντομη αλλά γραμμένη με νεύρο και χιούμορ οικογενειακή σάγκα που είναι κατά κάποιο τρόπο της οδυσσεϊκής περιπέτειας του ελληνισμού στην Αίγυπτο. Αλλά και στο επόμενο,Τα χρόνια της νεότητός του.Ο ηδονικός του βίος (2004), ένα βιβλίο λάμψης και φθοράς του μεσοπολεμικού αιγυπτιώτικου ελληνισμού, ενός κόσμου σχεδόν παραμυθένιου στην επιφάνεια μα και ιδιαίτερα σκοτεινού .Γιατί πίσω από το φωτεινό προσκήνιο της χαρισάμενης ζωής στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, ορθώνεται η βιαιότητα και η ωμότητα των επιχειρηματικών συμφερόντων,των οικονομικών δοσοληψιών και του ηθικού αμοραλισμού.Και τα τρια βιβλία είναι αξιανάγνωστα γιατί μας παρέχουν ,εκτός των άλλων,μια περιεκτική και πολυπρισματική εικόνα της μετέωρης κοινωνίας των Αιγυπτιωτών,της βαθύτερης αβεβαιότητας της και της ουσιαστικής αδυναμίας της να ενσωματωθεί εκεί όπου για χρόνια αναπτύχθηκε. Αξιανάγνωστα είναι όμως τα βιβλία αυτά, ακόμα, γιατί συνδέουν στενά την μυθοπλασία με τις άμεσες ή οι έμμεσες αναφορές σε γεγονότα που σημάδεψαν εμβληματικά τον 20ό αιώνα στην Αίγυπτο και στην ευρύτερη περιοχή.Και, τέλος,γιατί αποδίδοντας τον τρόπο σκέψης και τις νοοτροπίες των προσώπων, μας βοηθούν με την αφηγηματική παραστατικότητά τους να καταλάβουμε τον ψυχισμό που διέκρινε τις τέσσερις τελευταίες γενιές ελλήνων που έζησαν εκεί.Την ταχύτατη οικονομική τους άνοδο αλλά και την εντυπωσιακά γοργή παρακμή και διάλυση της ιδιότυπης κοινωνίας τους.
Θα έλεγα μάλιστα, ότι προπάντων στο τελευταίο βιβλίο της Κουμούτση ως αναγνώστης σταμάτησα εντυπωσιασμένος από τον ομολογουμένως χαρισματικό τρόπο που έχει να περνάει το ιστορικό φόντο στον πυρήνα των γεγονότων,να το συνδέει με τα τρέχοντα και να το ενσωματώνει τόσο στην πλάγια όσο και στην άμεση αφήγηση, στις σκέψεις των προσώπων, στις καθημερινές τους κουβέντες ή στους διαλόγους τους.`Αλλοτε με δωρική απλότητα και άλλοτε με λυρική διάθεση που ποτέ ωστόσο δεν γίνεται αφαιρετική και ποτέ δεν απομακρύνεται από τα καθέκαστα της αφήγησης.Κάτι που μάλλον οφείλεται στην εργασία που προηγήθηκε του βιβλίου.Το αναφέρει , εξάλλου,και η συγγραφέας στο επίμετρό της, ότι ανέτρεξε σε εφημερίδες και περιοδικά της συγκεκριμένης εποχής ,σε στοιχεία της δεκαετίας του ’40 και του ‘50,έτσι ώστε να δημιουργήσει για την μυθοπλασία της έναν στέρεο καμβά.Η τελευταία, παρακμιακή φάση της βασιλείας του Φαρούκ, η αφύπνιση του αραβικού εθνικισμού,η διόγκωση του πολιτικού ριζοσπαστισμού στον λαό και η αντανάκλασή του στις συνειδήσεις των νέων αξιωματικών που το 1952 θα ανατρέψουν το παλιό καθεστώς,το πραξικόπημα και η αποθεωτική υποδοχή του Νάσερ.
`Ομως όλα αυτά θα έμοιαζαν αποστεωμένα και άνυδρα αν πλάι στην αγάπη για την τεκμηρίωση για την οποία διακρίνεται η συγγραφέας του Δυτικά του Νείλου ,δεν υπήρχε η περίπτυξη της φαντασίας της.Οι υποβλητικές περιγραφές του Καίρου, ιδίως η ζωντάνια με την οποία δίνεται η ζωή στους δρόμους και στις συνοικίες, οι θόρυβοι και οι φωνές των περαστικών, η παραστατικότητα που αναδεικνύει τα λαϊκά και τα πλούσια σπίτια στις δυο περιοχές της πόλης,το Ελ Μπουλάκ και το Ελ Ζαμάλεκ,οι εικόνες του εκτυφλωτικού φωτός,της ζέστης,το ωραίο εύρημα της γέφυρας του ποταμού που επανέρχεται σε διάφορα σημεία της ιστορίας της Κουμούτση,συνδέοντας και χωρίζοντας σαν μοιραίο νήμα τις ζωές της Αλεξάνδρας και του `Αντελ.Η πανταχού παρουσία του Νείλου,τέλος, που με τον κυματισμό του συνοδεύει τις ψυχικές μεταπτώσεις όλων των προσώπων.
Αλέξης Ζήρας, ένθετο «Αναγνώσεις», εφημερίδα ΑΥΓΗ.
Ισως να φταίει το γεγονός πως πρόκειται για μια μυθιστορηματική πλοκή με δυνατά περιγραφικά στοιχεία, ίσως ο ρομαντισμός που διαπνέει το γραπτό της, ίσως πάλι η έλλειψη ακραίων προσωπικών συγρκούσεων να τοποθέτησε το βιβλίο στις παρυφές της σπουδαιοφανούς κριτικής .
Πάντως, πρόκειται για ένα βιβλίο ευχάριστο με μαγικές εικόνες ,που διαβάζεται κυριολεκτικά απνευστί. Ακολουθεί η κριτική του Αλέξη Ζήρα!
Πέρσα Κουμούτση,Δυτικά του Νείλου.Ψυχογιός 2006 , σ.277
Τ
Αλέξης Ζήρας, ένθετο «Αναγνώσεις», εφημερίδα ΑΥΓΗ.
Θα ήθελα εισαγωγικά να κάνω μια επισήμανση που νομίζω ότι έχει τη σημασία της όταν ιδίως αναφερόμαστε σε νέους συγγραφείς ,όπως η Πέρσα Κουμούτση, που προέρχονται από τον παροικιακό ελληνισμό και που με το έργο τους ανασυνθέτουν εικόνες,ανθρώπινους χαρακτήρες και καταστάσεις από τις χώρες και τις πόλεις καταγωγής τους.Οι μυθοπλασίες αυτές από τη μια πλευρά μπορώ να πω ότι δημιουργούν ένα αίσθημα οικειότητας στον σημερινό αναγνώστη, επειδή ακριβώς είναι συνδεδεμένες με σημεία-τομές του συλλογικού μας φανταστικού και της εθνικής ιστορίας ,όπως για παράδειγμα η Λωξάντρα της Μαρίας Ιωαννίδου,τα Ματωμένα χώματα της Διδώς Σωτηρίου ή η τριλογία των Ακυβέρνητων Πολιτειών του Στρατή Τσίρκα.Από την άλλη πλευρά τα ίδια αυτά βιβλία,και ένας σημαντικός αριθμός άλλων που έχουν ενσωματωθεί στον κύκλο των σύγχρονων γραμμάτων μας,διαφέρουν, γιατί κατά τεκμήριο βασίζονται σε λογοτεχνικές ανασκευές εποχών ,ηθών ,τόπων και γεγονότων που έχουν προσλάβει στο φανταστικό μας μυθικές ή και εξωτικές διαστάσεις :η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη των αρχών του αιώνα,η Αλεξάνδρεια και η Αίγυπτος της δεκαετίας του ‘ 40 και του ’50.
Η επισήμανση όμως που κυρίως με ενδιαφέρει να κάνω και που έχει ιδιαίτερη σημασία για το Δυτικά του Νείλου,όπως και για μια σειρά διηγημάτων και μυθιστορημάτων που γράφτηκαν ειδικά από έλληνες συγγραφείς που αναπαριστάνουν τόπους και κοινωνίες της Ανατολής,αναφέρεται στο είδος των σχέσεων που ανέπτυξαν κατά καιρούς οι “πάροικοι” με τους τοπικούς πληθυσμούς.Και,κατά προέκταση,στο κατά πόσο και με ποιόν τρόπο οι σχέσεις αυτές πέρασαν στη λογοτεχνία που δημιουργήθηκε, από ελλαδίτες και κυπρίους πεζογράφους ,εγκατεστημένους στην Πόλη, στην Σμύρνη ή στην Αίγυπτο στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού. Για παράδειγμα,δεν είναι χωρίς σημασία το φαινόμενο ότι ορισμένοι σημαντικοί συγγραφείς του έξω ελληνισμού, όπως η πολίτισσα,εξαιρετική διηγηματογράφος, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου ή ένας μεγάλος αριθμός αλεξανδρινών πεζογράφων,έγραφαν ως τος 1925-1930 ερήμην του κοινωνικού χώρου στον οποίο ζούσαν.Σε αντίθεση δηλαδή με το Δυτικά του Νείλου ,ένα μυθιστόρημα που είναι κατ’ εξοχήν επικεντρωμένο στη σύγχρονη Αίγυπτο –ειδικότερα, στις νοοτροπίες και στις αντιθέσεις που χαρακτήριζαν συνολικά την κοινωνία του Καίρου μετά τον πόλεμο- οι ελληνικής καταγωγής λογοτέχνες των πρώτων δεκαετιών του 20ού αι. έμοιαζαν σε πολλές περιπτώσεις να περιγράφουν έναν κόσμο αφύσικα εθνοκεντρικό ,προφυλαγμένο τεχνητά από το αραβικό περιβάλλον. Μπορεί το γηγενές στοιχείο να είχε περάσει πρωιμότερα στο έργο του Καβάφη, κυρίως στα ερωτικά του ποιήματα,στην πεζογραφία όμως εμφανίστηκε ακόμα πιο διστακτικά και αργοπορημένα.Προηγείται χρονικά ο διηγηματογράφος Κώστας Τσαγκαράδας και έπονται οι κυπριακής καταγωγής Γιώργος Φιλίππου Πιερίδης και Νίκος Νικολαίδης,ο Στρατής Τσίρκας,η Ελένη Βοίσκου ,ο Σωτήρης Ιορδάνου και άλλοι.
Ως εσχατο σημείο σ’ αυτήν τη σειρά των πεζογράφων που ενσωμάτωσαν τον σφυγμό της σύγχρονης Αιγύπτου στα έργα τους,βλέπω και το μυθιστόρημα της Πέρσας Κουμούτση, τηρουμένων προφανώς των αναλογιών και των μεγεθών. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε ότι κοινό στοιχείο στα έργα όσων αναφέραμε προηγουμένως είναι η πολιτικά ευνοϊκή τους στήριξη ως προς την αραβική υπόθεση, το στοιχείο αυτό επαναλαμβάνεται και στο Δυτικά του Νείλου.Είναι ένα καθαρά πολιτικό βιβλίο.Γιατί,αν και παρουσιάζει την Αλεξάνδρα,τη νεαρή αιγυπτιώτισσα ,να αντιπροσωπεύει μια καινούργια γενιά που είναι έτοιμη να αποδεχθεί τους άραβες ως άλλους ίσους,κατανοώντας τη διαφορετικότητά τους,στο μεγαλύτερο μέρος τους οι υπόλοιποι έλληνες εμφανίζονται ως ένας αλλοεθνής ,αβέβαιος κόσμος.Παρ’ ότι ορισμένες οικογένειες βρίσκονταν εκεί επί πολλές δεκαετίες,μοιάζουν ριζωμένες αμετακίνητα στην έπαρση του “ένδοξου” παρελθόντος και η θέση τους στην Αίγυπτο όπως και η συνύπαρξή τους με τους άραβες φαίνεται να εξαρτώνται προπάντων από την παρωχημένη ιδεολογία του επιχειρηματικού laissez faire και το περιθώριο του εμπορικού κέρδους.`Ολα αυτά μας δείχνουν ότι η συγγραφέας απέφυγε να περιορίσει τον άξονα της μυθοπλασίας της στην περιγραφή της άνθησης και του μαρασμού της ερωτικής σχέσης ανάμεσα σε έναν άραβα και μια ελληνίδα.
Τυπικά αυτή διατρέχει το βιβλίο και ως ένα βαθμό είναι η κινητήρια πρόφασή του.Στο βάθος όμως την σχέση του άραβα αξιωματικού,`Αντελ ελ Ντιν,μαθητή και συνεργάτη του Νάσερ,με την νεαρή αιγυπτιώτισσα Αλεξάνδρα,την συνοδεύουν ,την εντείνουν αλλά και την φθείρουν ανεπανόρθωτα,οι κοινωνικές αντιθέσεις, οι νοοτροπίες και οι ιστορικές συγκυρίες.Είμαστε στο 1952,η διεθνής κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο υποδαυλίζει την άνοδο του αραβικού εθνικισμού,η ελληνική παροικία είναι ήδη σε φάση παρακμής.Κοντά στις δυσκολίες αυτής της σχέσης μπορούμε να αντιληφθούμε και τα ανυπέρβλητα εμπόδια που δημιουργούνται από ριζωμένες προκαταλήψεις, στο συνειδητό και στο ασυνείδητο των ανθρώπων,γηγενών και παροίκων.Διαφορετικές αντιλήψεις, ασύμπτωτα ήθη,αλλαζονικές εμμονές και θρησκευτικές μισαλλοδοξίες καθορίζουν το βάθος της σκηνής όπου εκτυλίσσεται το ερωτικό δράμα.Και προοιωνίζονται κατά κάποιο τρόπο το χάσμα Δύσης και αράβων · την ανάδυση και την κυριαρχία του νέου,επιθετικού Ισλάμ.Γι’ αυτούς τους λόγους καλό είναι να επαναλάβω εδώ με έμφαση ότι το μυθιστόρημα της Κουμούτση δεν είναι ένα γλυκερό ρομάντζο για πληγωμένες καρδιές.Οι προσωπικές περιπέτειες και οι συναισθηματικές δοκιμασίες συμπλέκονται με τους γενικότερους όρους ζωής και τις κοινωνικές συνθήκες ενός κόσμου που ζει στο μεταίχμιο κάποιων αλλαγών.
`Ενα μεταίχμιο που το διακρίναμε άλλωστε και στα προηγούμενα βιβλία της. Στην Αλεξάνδρεια,στο δρόμο των ξένων (2003),μια σύντομη αλλά γραμμένη με νεύρο και χιούμορ οικογενειακή σάγκα που είναι κατά κάποιο τρόπο της οδυσσεϊκής περιπέτειας του ελληνισμού στην Αίγυπτο. Αλλά και στο επόμενο,Τα χρόνια της νεότητός του.Ο ηδονικός του βίος (2004), ένα βιβλίο λάμψης και φθοράς του μεσοπολεμικού αιγυπτιώτικου ελληνισμού, ενός κόσμου σχεδόν παραμυθένιου στην επιφάνεια μα και ιδιαίτερα σκοτεινού .Γιατί πίσω από το φωτεινό προσκήνιο της χαρισάμενης ζωής στην κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, ορθώνεται η βιαιότητα και η ωμότητα των επιχειρηματικών συμφερόντων,των οικονομικών δοσοληψιών και του ηθικού αμοραλισμού.Και τα τρια βιβλία είναι αξιανάγνωστα γιατί μας παρέχουν ,εκτός των άλλων,μια περιεκτική και πολυπρισματική εικόνα της μετέωρης κοινωνίας των Αιγυπτιωτών,της βαθύτερης αβεβαιότητας της και της ουσιαστικής αδυναμίας της να ενσωματωθεί εκεί όπου για χρόνια αναπτύχθηκε. Αξιανάγνωστα είναι όμως τα βιβλία αυτά, ακόμα, γιατί συνδέουν στενά την μυθοπλασία με τις άμεσες ή οι έμμεσες αναφορές σε γεγονότα που σημάδεψαν εμβληματικά τον 20ό αιώνα στην Αίγυπτο και στην ευρύτερη περιοχή.Και, τέλος,γιατί αποδίδοντας τον τρόπο σκέψης και τις νοοτροπίες των προσώπων, μας βοηθούν με την αφηγηματική παραστατικότητά τους να καταλάβουμε τον ψυχισμό που διέκρινε τις τέσσερις τελευταίες γενιές ελλήνων που έζησαν εκεί.Την ταχύτατη οικονομική τους άνοδο αλλά και την εντυπωσιακά γοργή παρακμή και διάλυση της ιδιότυπης κοινωνίας τους.
Θα έλεγα μάλιστα, ότι προπάντων στο τελευταίο βιβλίο της Κουμούτση ως αναγνώστης σταμάτησα εντυπωσιασμένος από τον ομολογουμένως χαρισματικό τρόπο που έχει να περνάει το ιστορικό φόντο στον πυρήνα των γεγονότων,να το συνδέει με τα τρέχοντα και να το ενσωματώνει τόσο στην πλάγια όσο και στην άμεση αφήγηση, στις σκέψεις των προσώπων, στις καθημερινές τους κουβέντες ή στους διαλόγους τους.`Αλλοτε με δωρική απλότητα και άλλοτε με λυρική διάθεση που ποτέ ωστόσο δεν γίνεται αφαιρετική και ποτέ δεν απομακρύνεται από τα καθέκαστα της αφήγησης.Κάτι που μάλλον οφείλεται στην εργασία που προηγήθηκε του βιβλίου.Το αναφέρει , εξάλλου,και η συγγραφέας στο επίμετρό της, ότι ανέτρεξε σε εφημερίδες και περιοδικά της συγκεκριμένης εποχής ,σε στοιχεία της δεκαετίας του ’40 και του ‘50,έτσι ώστε να δημιουργήσει για την μυθοπλασία της έναν στέρεο καμβά.Η τελευταία, παρακμιακή φάση της βασιλείας του Φαρούκ, η αφύπνιση του αραβικού εθνικισμού,η διόγκωση του πολιτικού ριζοσπαστισμού στον λαό και η αντανάκλασή του στις συνειδήσεις των νέων αξιωματικών που το 1952 θα ανατρέψουν το παλιό καθεστώς,το πραξικόπημα και η αποθεωτική υποδοχή του Νάσερ.
`Ομως όλα αυτά θα έμοιαζαν αποστεωμένα και άνυδρα αν πλάι στην αγάπη για την τεκμηρίωση για την οποία διακρίνεται η συγγραφέας του Δυτικά του Νείλου ,δεν υπήρχε η περίπτυξη της φαντασίας της.Οι υποβλητικές περιγραφές του Καίρου, ιδίως η ζωντάνια με την οποία δίνεται η ζωή στους δρόμους και στις συνοικίες, οι θόρυβοι και οι φωνές των περαστικών, η παραστατικότητα που αναδεικνύει τα λαϊκά και τα πλούσια σπίτια στις δυο περιοχές της πόλης,το Ελ Μπουλάκ και το Ελ Ζαμάλεκ,οι εικόνες του εκτυφλωτικού φωτός,της ζέστης,το ωραίο εύρημα της γέφυρας του ποταμού που επανέρχεται σε διάφορα σημεία της ιστορίας της Κουμούτση,συνδέοντας και χωρίζοντας σαν μοιραίο νήμα τις ζωές της Αλεξάνδρας και του `Αντελ.Η πανταχού παρουσία του Νείλου,τέλος, που με τον κυματισμό του συνοδεύει τις ψυχικές μεταπτώσεις όλων των προσώπων.
Αλέξης Ζήρας, ένθετο «Αναγνώσεις», εφημερίδα ΑΥΓΗ.
Friday, June 1, 2007
Τα δημοφιλέστερα βιβλία του 2006
Στη δεκάδα ψηφίσθηκαν σχεδόν όλα τα καλά βιβλία της χρονιάς απο Γαλανάκη μέχρι Σουρούνη και Καρυστιάνη, ενώ αναδείχθηκαν εκείνα του Μαυρουδή,.της Γκίκα και της Κουμούτση που δεν ανήκαν στα πολυακουσμένα και ευπώλητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου