"Όταν παίρνεις στα χέρια σου ένα βιβλίο, ελπίζεις πως τελειώνοντας το, θα 'χεις υφαρπάξει μερικά κομμάτια από τη ξένη ζωή που φυλάσσεται ως ανεκτίμητος θησαυρός στις σελίδες του. Ναι, γιατί οι σελίδες δεν είναι απρόσωπες,δεν είναι απλώς ένα χαρτί που το αγγίζεις και ικανοποιείσαι.Είναι το αποτύπωμα της ζωής των ηρώων, των πρωταγωνιστών του βιβλίου. Εκεί, καταγεγραμμένα τα πάθη, οι μικρότητες και οι μεγαλοσύνες, τα λάθη και οι συνεχείς διορθώσεις, οι νόμιμοι και οι παράνομοι έρωτες, οι πολλαπλές φαντασιώσεις, η σμίκρυνση των σπουδαίων γεγονότων, η μεγέθυνση των ασήμαντων συναισθημάτων, το εγώ των ανθρώπων απόλυτο, άκαμπτο, αλλά πολλές φορές ασπόνδυλο εγώ.
Επομένως, ένα βιβλίο θεωρείται επιτυχημένο όταν μπορεί και σε καθιστά κοινωνό αυτού του πλέγματος της ζωής και παράλληλα σου αφήνει περιθώρια να ταυτιστείς με τους ήρωές του. Διάβασα το βιβλίο της Πέρσας Κουμούτση. Διάβασα τις «Χάρτινες Ζωές» που για μένα δεν είναι χάρτινες, δεν κινδυνεύουν να γίνουν πολτός για ανακύκλωση, αλλά είναι ζωές από μπετόν αρμέ, ζωές που αντέχουν στον ιστορικό χρόνο. Κι έτσι όπως περνούσα από τη μια ιστορία στην άλλη των γυναικών που εναποθέτουν στα χέρια του αναγνώστη τις κρυφές τους στιγμές, τα όνειρα και τις πίκρες τους, τα θέλω τους, αλλά και την υποταγή τους στους κοινωνικούς κανόνες των εποχών, έτσι, λοιπόν, αισθάνθηκα να’ μαι κι εγώ κομμάτι από τα κομμάτια τους. Είδα κι εγώ δικές μου γυναίκες να με παρατηρούν από την άλλη πλευρά του δρόμου. Είδα τη μάνα, τη γιαγιά, τη θεία. Πρόσωπα που όπως και στο βιβλίο της Πέρσας θέλουν να μας μιλήσουν, να μας προφυλάξουν, να μας ανοίξουν τα μάτια, να μας παροτρύνουν να μην κάνουμε τα ίδια λάθη με εκείνες, αλλά να δεθούμε γύρω από το γαιτανάκι της ελευθερίας, κορδέλλες του χθες , του σήμερα και του αύριο.
Το βιβλίο γλυστράει όμορφα ανάμεσα στα δάκτυλα μας κι ας πονάνε και οι τρεις γυναίκες του. Δεν υπάρχει απλωμένο δίχτυ ασφαλείας. Οι ηρωίδες πέφτουν στο κενό και ο κρότος που αφήνουν πέφτοντας, είναι εκκωφαντικός. Υπάρχει όμως ένα κοινωνικό πλαίσιο και μέσα σ’ αυτό οι τρείς γυναίκες αναπαράγουν τον μικρόκοσμό τους, η κάθε μια διαφορετικά. Ωρες ώρες θυμίζουν τα παιδιά που παίζουν κουτσό στην αυλή και κάποια στιγμή η μάνα τα φωνάζει για φαγητό. Τα φωνάζει με ύφος αυστηρό, δεν σηκώνει αντιρρήσεις . Ετσι και οι γυναίκες της Πέρσας, παρατεταγμένες ενώπιον του χρόνου είναι σαν τα παιδιά που παίζουν κουτσό στη γειτονιά, καταπίνουν λαίμαργα τη ζωή κι ύστερα, όπως ο κούκος βγαίνει και λέει την ώρα, έτσι κι εκείνα χώνονται μέσα στην κουζίνα σε πλήρη τάξη και εναρμόνιση με το περιβάλλον. Βεβαίως πάντα υπάρχουν εξαιρέσεις. Το βλέπουμε και στο βιβλίο. Οι ήρωες ακριβώς επειδή ενέχουν το στοιχείο του ηρωϊσμού, ξεφεύγουν απ’ τη ρότα. Επαναστατούν, ερωτεύονται πέρα από τις δυνάμεις τους, σπάνε τα δεσμά, γίνονται αντισυμβατικοί, αναζητούν την ελευθερία, την απρόσιτη ελευθερία, ως τη στιγμή που η ίδια η ζωή, τους θυμίζει ψυχρά ότι είναι γυναίκες με περιορισμένη δράση και με περιορισμένους ορίζοντες....Δεν θα είχε νόημα να μιλήσουμε για τη ζωή των τριών γυναικών, της Μαριάνθης, της Βικτώριας, της Ανθής. Θα τις διαβάσετε άλλωστε. Εχει νόημα όμως να μιλήσουμε για την ελευθερία της γυναίκας. Το βιβλίο ολόκληρο είναι σαν μια κραυγή, κραυγή και ωδή στην ελευθερία. Εχει σημασία να συνειδητοποιήσουμε την πορεία της στον ελληνικό χρόνο και κόσμο για να αποδεχτούμε πως οι γυναίκες πάντα πάλευαν για όσα δεν είχαν και πάντα κέρδιζαν, αν και εφόσον το επεδίωκαν, τις μικρές μάχες που τους έφταναν για να ισορροπούν. Εχει σημασία να πούμε για το θάρρος τους, για την επιθυμία τους να ζήσουν έναν παράνομο έρωτα ή να τινάξουν στον αέρα μια καλοστημένη ζωή με την ελπίδα του ονειρικού κόσμου, της ονειρικής φυγής. Οι γυναίκες που γνωρίζουν ότι αν γίνουν Δαίδαλοι, θα χαθούν ,αλλά το τολμούν. Ναι, ακόμη κι όταν γνωρίζουν ότι η επιστροφή θα είναι ένας αδιαπραγμάτευτος εγκλωβισμός. Και οι τρεις γυναίκες της Πέρσας ζουν παρόμοιες καταστάσεις, άλλες με υπερβολική και πρωτόγνωση ένταση, άλλες λιγότερο, καθώς είναι περισσότερο συμβιβασμένες με το περιβάλλον τους.
Η Ιστορία είναι γεμάτη από σπουδαίες γυναίκες. Πολλές τα κατάφεραν κι ας κονταροκτυπήθηκαν στις εποχές τους με το ανδρικό κατεστημένο. Να θυμηθούμε τη Σιμον ντε Μποβουάρ και το «Γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι», τη Γαλάτεια Καζαντζάκη, τη Διδώ Σωτηρίου, τις γυναίκες που πάλεψαν στην αντίσταση στην Κατοχή, να θυμηθούμε την Σπετσιώτισσα Ελένη Μπούκουρα που ντύθηκε άνδρας για να σπουδάσει ζωγραφική στην Ιταλία σε εποχές που θεωρείτο τρέλα κάτι τέτοιο και που ο κόσμος στο νησί εγκαίρως είχε φροντίσει να της κρεμάσει στο στήθος μια προσβλητική για τη γυναικεία της φύση ταμπέλα.... Η Γαλάτεια Καζαντζάκη σε μια συγκλονιστική ομιλία της το 1928 στην Αθήνα είχε χωρίσει τις εργαζόμενες γυναίκες σε τρεις κατηγορίες : τις πισωδρομικές, τις ελευθεριάζουσες και τις προοδευτικές φιλελεύθερες. Περίεργη κατανομή, αλλά αυτά ήταν τα όρια της εποχής της και προφανώς μια γυναίκα που εργαζόταν και ήταν όμορφη κινδύνευε να αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας ελευθεριάζουσας γυναίκας. Ομως τελικά, οι γυναίκες χρειάστηκε να σκαρφιστούν λύσεις, να υποχωρούν, να επαναστατούν , να εξοργίζονται, αλλά να μεγαλώνουν τους γιούς όπως ακριβώς και οι δικές τους μάνες. Παρέμειναν για χρόνια σε δεύτερο πλάνο, άλλα όλο αυτό το διάστημα επεξεργάζονταν τις λεπτομέρειες και μερόνυχτα σχεδίαζαν τις υπόγειες διαδρομές τους ως το απέναντι πεζοδρόμιο, εκεί όπου λογικά τους θα τις περίμενε η ελευθερία.
Σήμερα, παρ ότι τίποτα δεν έχει πλήρως κερδηθεί, τίποτα δεν είναι χαρτογραφημένο με ακρίβεια, εμείς οι γυναίκες έχουμε κάνει τεράστια βήματα προόδου. Και μάλιστα έχουμε κερδίσει το σεβασμό του άλλου φύλου. Δεν θέλουμε να ποδοπατήσουμε τον άλλο, αντιθέτως θέλουμε να είμαστε μαζί, να πορευόμαστε μαζί, να σχεδιάζουμε τη ζωή μας μαζί. Το μαζί που είναι εταιρικό βεβαίως και ως γνωστόν σε μια εταιρία υπάρχουν σκαμπανεβάσματα.
Παρ όλα αυτά, υπάρχει ένα σοβαρό θέμα. Τα όρια. Ποιά είναι τα όρια της ελευθερίας και πού μπορούμε να φτάσουμε. Μήπως η μεγάλη ελευθερία γίνεται ασυδοσία; Μήπως η μεγάλη ελευθερία επιτρέπει να αναδύονται στην επιφάνεια οι μικρότητες και οι κακίες μας ; Δεν ξέρω, το θέτω ως ερώτημα. Στην «Ελευθερία» του Αμερικανού συγγραφέα Φράνζεν, βλέπουμε πως η πρωταγωνίστρια Πάτυ από κάποια στιγμή και πέρα δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί τη μεγάλη ελευθερία που έχει. Η Πάτυ λυπάται τον εαυτό της επειδή είναι τόσο ελεύθερη.Η ελευθερία των επιλογών φέρνει δυστυχία. Το κοινωνικό συμβόλαιο τρίζει, μας ψιθυρίζει ο Φράνζεν, όταν οι παραδοσιακές πεποιθήσεις αποσαθρώνονται.Την ελευθερία δεν ξέρουν όλοι να τη χρησιμοποιούν σωστά. Η αλήθεια, όπως σημειώνει η Πέρσα στο προλογικό της σημείωμα, παραμένει ζητούμενο. Κι εγώ θα συμπληρώσω ότι παραμένει απελπιστικά υποκειμενική.
Κλείνω με τα λόγια μιας σπουδαίας Λιβανέζας συγγραφέως , της Etel Adnan σε φίλο της συγγραφέα. ".....H γυναίκα είναι το πλάσμα που περιμένει: περιμένει να μεγαλώσει, περιμένει να γίνει έφηβη, περιμένει τον μνηστήρα της, τον άντρα της, το παιδί της, τα γηρατειά και τον θάνατό της. Περιμένει τα παιδιά της να έρθουν και να φύγουν, να μεγαλώσουν και να παντρευτούν, τον άντρα της να πάει στη δουλειά το πρωί και να γυρίσει το βράδυ. Περιμένει το νερό να βράσει, τον πόλεμο να τελειώσει, την άνοιξη να ξανάρθει. Περιμένει κάποιος να τη φιλήσει, να την πάρει, να την απορρίψει, να τη λησμονήσει. Περιμένει τη στιγμη της αγάπης, τη στιγμή της εκδίκησης, της λήθης και πάλι του θανάτου..."
2 σχόλια:
Πέρσα μου!
Να ήμουν εκεί!
Θαυμάσιος πρόλογος, μια γερή ανάλυση από γυναίκα σε γυναίκα!
Όσο για την Ετέλ Αντνάν,
ναι, η γυναίκα είναι του "περιμένει..."
Για δικαίωση, ελπίζοντας...
Μα η ίδια η Φύση, την έχει προορίσει γι' αυτή τη προσδοκία.
Καλή Τύχη, Φίλη μου,
χαιρετισμούς στην Ελένη,
Φιλάκια,
Υιώτα
αστοριανή, ΝΥ
Με μια μόνο λέξη ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ!!!
Ύμνος στη Γυναίκα!
Πέρσα, λυπάμαι μα μου ήταν αδύνατο να έρθω στην παρουσίαση, εκείνο το βράδυ, αν και το είχα προγραμματίσει.
Κρίμα ήθελα να γνωρίσω κι από κοντά την κυρία Μασούρα που τη διαβάζω...
Μια άλλη φορά.
Καλό βράδυ, Πέρσα!
Δημοσίευση σχολίου